- αὐνᾶν
- αὐνήfem gen pl (doric aeolic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Αυνάν — Βιβλικό πρόσωπο. Ήταν ο γιος του Ιούδα, που είχε γονείς τον Ιακώβ και τη Χαναναία Σανά. Όταν ο μεγαλύτερος αδελφός του πέθανε, ο Α., σύμφωνα με το εβραϊκό έθιμο, νυμφεύτηκε τη χήρα του αδελφού του Ηρ, με την οποία όμως δεν ήθελε να τεκνοποιήσει… … Dictionary of Greek
αὐνάν — αὐνά̱ν , αὐνή fem acc sg (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Θάμαρ — I Πόλη της Ιουδαίας. Αναφέρεται από τον γεωγράφο Πτολεμαίο ως Θαμάρ Θαμαρώ. Η τοποθεσία της παραμένει άγνωστη. II Όνομα βιβλικών προσώπων. 1. Χαναναία. Παντρεύτηκε τον Hρ, πρωτότοκο γιο του Ιούδα και εγγονό του Ιακώβ. Όταν πέθανε ο Hρ χωρίς να… … Dictionary of Greek